Γιορτινή συνέντευξη στην Κόκκινη Αλεπού!

Με αφορμή τις "Εξετάσεις για την Αϊ-Βασιλική Ακαδημία" γελάμε και συζητάμε, παρέα με την αγαπημένη Κόκκινη Αλεπού και την Ζωή Κοσκινίδου!

Δημοσιογράφος: Κύριε Παπαθεοδούλου, το νέο αυτό χριστουγεννιάτικο δημιούργημά σας, είναι μια αλληγορία για τη δύναμη της ανιδιοτελούς δοτικότητας αλλά και μια απόδειξη, θα λέγαμε, του πόσα αυτή μπορεί να καταφέρει αν -άφοβα, χωρίς προκαταλήψεις και προαπαιτούμενα- όλοι δείξουμε μια αυθόρμητη αυτοδιάθεση για το καλό. Εδώ ο Άϊ Βασίλης δεν είναι απλώς ο πρωταγωνιστής της γνωστής παράδοσης, αλλά το πρόσχημα, το όχημα αν θέλετε, για να μιλήσετε για την αυτόφωτη αξία που εκπέμπει ο πλούτος των καλών προθέσεων που κρύβει ο καθένας μας, έτσι δεν είναι;

Αντώνης: Εμ… όχι.

Δημοσιογράφος: Κυρία Δεληβοριά έρχομαι σε εσάς. Εσείς δημιουργήσατε -όχι τυχαία- μια πανδαισία χρωμάτων, μια παλέτα που θα λέγαμε ότι -πέρα από την προφανή ταύτισή της με τους αρχετυπικούς χρωματικούς κώδικες των Χριστουγέννων- αυτό που υποσυνείδητα επιχειρεί να μεταφέρει, δεν είναι παρά η πολύχρωμη ανταπόδοση συναισθημάτων, η εσωτερική γιορτή που υπόσχεται κάθε ειλικρινής κίνηση αλτρουισμού, σωστά;

Μυρτώ: Εεε… Όχι. Μάλλον όχι.

Δημοσιογράφος: Μα δεν μπορεί. Δύο δημιουργοί όπως εσείς να έφτιαξαν αυτό το βιβλίο, απλώς επειδή τους φάνηκε πολύ αστείο;

Μυρτώ: Ναι, μπορεί.

Αντώνης:
Μπορεί. Ναι.

Δημοσιογράφος: Α, α... οκ.

Μυρτώ: Χα, χα...

Αντώνης: Χι, χι, χι, χα...

Δημοσιογράφος: Μπουάχ… μπουάχαχαχαχαχαχα!

Μυρτώ: μπαχαχίχαχχχχαχα χε...

Αντώνης: χοχομπούχαχαχαχαχα… Χεχεχε...

Δημοσιογράφος: ιιιιιιιιιιι… χιχιχιχιχι!!!


Είστε έτοιμοι να δώσετε “Εξετάσεις για την Αϊ-Βασιλική Ακαδημία”; Ο συγγραφέας Αντώνης Παπαθεοδούλου και η εικονογράφος Μυρτώ Δεληβοριά έχουν έτοιμα τα τεστ και τις δοκιμασίες που πρέπει να περάσετε για να γίνετε δεκτοί στην περίφημη αυτή ακαδημία. Ποιος θα είναι ο επόμενος Άι-Βασίλης και τι χρειάζεται τελικά κανείς για να περάσει τις εξετάσεις; Οι δύο βραβευμένοι και πολύ αγαπητοί στο αναγνωστικό κοινό δημιουργοί μίλησαν με τη Ζωή Κοσκινίδου για το νεό τους εικονογραφημένο βιβλίο, ένα από τα πιο ωραία, αυθεντικά αστεία, χριστουγεννιάτικα βιβλία που κυκλοφόρησαν φέτος, για το πώς συνεργάζονται, τα πραγματικά αστεία βιβλία και το “παιδί” στα κείμενα και τις εικονογραφήσεις τους, αντίστοιχα.

Είναι η πιο κλασική ερώτηση, αλλά κάποια πρέπει να την κάνει για να μπορέσουμε να πιάσουμε το κουβάρι της ιστορίας από την αρχή: πώς προέκυψε η Αϊ-Βασιλική Ακαδημία, ποιος ήταν ο πρώτος που την είπε την ιδέα, ο Αντώνης ή η Μυρτώ και πώς τελικά εξελίχθηκε;

Αντώνης: Το 2014 οργανώναμε στους Προσκόπους μια πανελλαδική δράση που λεγόταν «Ένας σάκος προσφοράς σε κάθε γειτονιά». Η Μυρτώ είχε προσφερθεί να μας φτιάξει την αφίσα κι είχε ζωγραφίσει έναν μικρούλη μικρούλη Άϊ-Βασίλη να κρατάει έναν τεράστιο σάκο. Τελικά στην αφίσα που τυπώσαμε έμεινε μόνο ο σάκος μια και η δράση έγινε Μάρτιο κι επειδή αυτόν τον Αγιοβασιλάκο τον είχαμε λατρέψει, κάναμε με τη Μυρτώ πλάκα ότι ο καημένος πήγε για Αϊ-Βασίλης αλλά δεν ήταν και πολύ καλός και δεν τα κατάφερε… Ε, και του έλαχε να πρωταγωνιστήσει σε βιβλίο και -spoiler alert- να τα καταφέρει αυτή τη φορά!

Μυρτώ: Όπως τα λέει ο Αντώνης που θυμάται καλύτερα. Συνήθως με παρόμοιο τρόπο ξεκινούν οι κοινές μας περιπέτειες. Η αρχή γίνεται πάντα σε κάποιο τηλεφώνημα για ένα άλλο ζήτημα και κάποιος θα πει κάτι αστείο και ο άλλος θα το συνεχίσει και θα πούμε “χαχαχα καλά αυτό πρέπει οπωσδήποτε να το κάνουμε βιβλίο“. Συνήθως, δε, ο Αντώνης σκέφτεται απανωτά αστεία, γελάμε, κλείνουμε το τηλέφωνο και αρχίζουμε και το επεξεργαζόμαστε στο μυαλό μας. Κάποιες ιδέες ξεχνιούνται μέσα στο πέρασμα του χρόνου, ενώ άλλες παραμένουν. Οι εξετάσεις για την Άϊ-Βασιλική Ακαδημία είναι μία από αυτές που μας απασχολούσε για χρόνια και ανάμεσα σε άλλες δουλειές, επανερχόμασταν και το ξαναπιάναμε και ξαναγελούσαμε με την ιδέα. Εντωμεταξύ αυτό το βιβλίο έχει δουλευτεί εικονογραφικά σε τέσσερις διαφορετικές περιόδους. Και όλες είναι μέσα σε αυτό το βιβλίο. Αυτό είναι πιθανό να μη φαίνεται, γιατί το τελικό φινίρισμα έγινε τώρα που ολοκληρώθηκε, αλλά εμείς το γνωρίζουμε κι έχει κι αυτό τη χάρη του.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντιέστε επαγγελματικά. Πώς συνεργάζεστε; Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθήσατε για τη δημιουργία αυτού το βιβλίου και πόσο ο ένας έχει την άνεση να μπαίνει στα χωράφια του άλλου χωρίς; Υπάρχει κάποιο όριο;

Αντώνης:
Μου φαίνεται σαν ένα διαρκές, απολαυστικό brainstorming. Κάτι λέω, κάτι εμπνέει αυτό που είπα στη Μυρτώ και φτιάχνει κάτι ολόδικό της που εμένα μετά μου εμπνέει κάτι άλλο και πάει λέγοντας. Σε αυτή την ανταλλαγή νιώθουμε και οι δύο ελεύθεροι να πειράζουμε συνεχώς πράγματα και να συζητάμε τα πάντα. Το μόνο όριο νομίζω είναι, ό,τι μας βγήκε πηγαία και μας συγκίνησε αμέσως να μην το πειράξουμε ο ένας του άλλου, γιατί αυτό τελικά γίνεται και η πολύτιμη βάση κάθε βιβλίου μας.

Μυρτώ: Νομίζω πως επειδή και οι δύο ξεκινάμε από το αστείο, θέλουμε πολύ να δούμε πώς θα λειτουργήσει καλύτερα το αποτέλεσμα κι έτσι το συζητάμε αρκετά, γελώντας κυρίως. Στη συνέχεια αφήνεται ο καθένας μόνος του και βρίσκει το δικό του νόημα μέσα σ’ αυτό. Ε, και μετά πάλι τότε το συζητάμε να δούμε αν κάπου ξεφεύγει νοηματικά και στο τέλος έχει φτάσει πια η ώρα της παράδοσης και τρέχουμε να προλάβουμε.

Η ιστορία όπως την αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης είναι εντελώς απλή, αλλά πέρα για πέρα διασκεδαστική, χωρίς σώνει και ντε να πρέπει να ακολουθεί την κλασική συνταγή (πνεύμα Χριστουγέννων, αγάπη, συμπόνια, μηνύματα, κλπ). Αυτό ήταν απελευθερωτικό ή σας προβλημάτισε πώς θα το εισπράξει το αναγνωστικό κοινό; Και το ρωτάω αυτό, γιατί το βιβλίο αν και απευθύνεται σε μικρά παιδιά, την αγοραστική δύναμη την έχουν οι ενήλικες. Εκείνοι τελικά επιλέγουν.

Αντώνης: Απελευθερωτικό. Εγώ το πιστεύω το «απλώς για να σκάσουμε στα γέλια» από την εποχή των Καλών και των Κακών Πειρατών. Άλλωστε, αν δεν είναι τα Χριστούγεννα εποχή για να περάσουμε καλά γελώντας παρέα, ποια είναι; Τώρα για την εμπορική του τύχη δεν με απασχόλησε τόσο. Έχεις δίκιο ότι οι ενήλικες επιλέγουν. Αλλά επιλέγουν ποιο βιβλίο θα κατέβει από το ράφι του βιβλιοπωλείου. Το ποιο βιβλίο θα συνεχίσει να κατεβαίνει κάθε βράδυ από το ράφι του παιδικού δωματίου, αυτό το επιλέγουν στο τέλος πάντα τα παιδιά. Γι’ αυτή την τύχη κάθε βιβλίου μου αγωνιώ πραγματικά και τρώω τα νύχια μου.

Μυρτώ: Αυτό είναι πολύ απελευθερωτικό. Γιατί όντως είναι απλό. Κι έχει και ωραία αστεία, γραμμένα σε ρίμα, που συντείνει στο αστείο και έχει και αυτόν τον ήρωα που μοιάζει λίγο σα να βγήκε από κωμωδία βωβού κινηματογράφου, που οι γκάφες του και η αφέλεια του είναι αφοπλιστικές αλλά και τόσο γνώριμες σε όλους. Η απλότητα πολλές φορές έχει κάτι οικείο.

Το χιούμορ στις ιστορίες που απευθύνονται σε μικρά παιδιά είναι κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό από τους αναγνώστες; Τα παιδιά το αποζητούν; Είναι κριτήριο για να διαβάσουν ένα βιβλίο; Και ποιος είναι ο ρόλος του χιούμορ στα παιδικά βιβλία; Και δεν μιλάω μόνο για το χιούμορ όπως αποτυπώνεται με λέξεις, αλλά και με τις εικόνες.

Αντώνης: Το βιβλίο δεν πρέπει να είναι «πρέπει», ούτε υποχρέωση, ούτε άσκηση, ούτε μόδα. Το βιβλίο ή είναι απόλαυση ή δεν είναι τίποτε. Για να είναι γνώση, ανακάλυψη, συγκίνηση, παράδειγμα, ενσυναίσθηση ή οτιδήποτε άλλο πρεσβεύουμε ότι είναι το βιβλίο για τα παιδιά, πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι απόλαυση. Και το χιούμορ είναι, νομίζω, ο πιο άμεσος τρόπος για να γίνει αυτό. Αν κάτι σε κάνει να γελάσεις, το αναγνωρίζεις αμέσως ως απολαυστικό, δε χρειάζεται να είσαι ψαγμένος αναγνώστης. Όπως όταν δοκιμάζεις σοκολάτα, δεν χρειάζεσαι εξασκημένους γευστικούς κάλυκες διάσημου σεφ για να καταλάβεις ότι μόλις έφαγες κάτι τέλειο! Νομίζω πως αν με το χιούμορ κερδηθεί αυτή η σχέση με το βιβλίο, τα παιδιά και θα το αποζητούν και θα το θεωρούν κριτήριο. Τώρα θα μου πείτε… όλα χιούμορ είναι; Κάθε άλλο. Ειδικά σε αυτή την εποχή που το τι περνούν τα παιδιά στον κόσμο δεν αντέχεται. Αλλά πολλοί δημιουργοί που αγαπώ, από την Άστριντ Λίντγκρεν και τον Ροντάρι ως τον Τζούλιαν Γκαφ που γράφει σήμερα τα Κούνελος και Αρκούδα, μου έμαθαν πως το αστείο μπορεί να είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος να μιλήσεις για τα πιο σοβαρά αυτού του κόσμου. Είναι μαγική η στιγμή που τα παιδιά αφήνονται να γελάσουν, να ξεκαρδιστούν με κάτι, είναι η στιγμή που σε πιστεύουν περισσότερο και πρέπει να προσέξεις καλά ό,τι πεις να είναι κάτι που στ’ αλήθεια το πιστεύεις κι εσύ. Κι ας μην του φαίνεται εκ πρώτης όψεως έχει και τούτο το βιβλίο τα μηνύματά του.

Μυρτώ: Το χιούμορ είναι από τους πιο άμεσους τρόπους επικοινωνίας. Και ένας δρόμος που μπορεί να σε οδηγήσει πολύ ευχάριστα σε πολύ πλούσιες ιστορίες. Νομίζω όλες οι ηλικίες αποζητούν να γελάσουν.

Αν μέτρησα σωστά, ο Αντώνης έχει γράψει 50+ δικά του βιβλία και η Μυρτώ έχει εικονογραφήσει άλλα τόσα. Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που δουλεύετε πλέον τα βιβλία που φτιάχνετε και τι ρόλο παίζει το «παιδί» στη δημιουργία των βιβλίων σας;

Αντώνης: Το «παιδί» έπαιζε και παίζει για μένα τον πρώτο ρόλο. Όχι να «γίνεσαι παιδί» ή να «κρύβεις μέσα σου ένα παιδί» και τέτοια… αλλά συγκεκριμένα να θυμηθείς πώς διάβαζες παιδί. Θα πω ένα παράδειγμα: πήγα πολύ μεγάλος να επισκεφθώ το Δημοτικό μου Σχολείο στον Πειραιά πριν γκρεμιστεί. Δεν μπορούσα να πιστέψω πόσο απίστευτα μικρό ήταν το προαύλιο. Το θυμόμουν αχανές, τεράστιο κι όμως ήταν μια σταλιά. Αυτό μου συμβαίνει και με τα βιβλία που διάβαζα παιδί. Τα ξανανοίγω τώρα και βλέπω πως είναι λέξεις και εικόνες μετρημένες, πεπερασμένες. Κι όμως τα θυμάμαι κόσμους ολόκληρους που χωρούσαν τα πάντα. Όσο μεγαλώνω προσπαθώ να γράφω ξαναπροσεγγίζοντας το παιδί-αναγνώστη που ήμουν και το εμπιστεύομαι να με καθοδηγεί. Κι έχω και βιβλία που με βοηθούν σε αυτό: το Παραμύθι με τα χρώματα του Κυριτσόπουλου, το Γράμματα στην Παυλίνα του Τζέιμς Κρους, έχουν κάτι αρχετυπικό για μένα, γιατί θυμάμαι με ακρίβεια τι υπέροχο συνέβαινε μέσα μου όταν τα διαβάζα παιδί. Αυτό που αλλάζει σίγουρα στον τρόπο που δουλεύεις όσο προχωράς, βλέπεις, ανακαλύπτεις, αμφισβητείς, μελετάς είναι οι απαιτήσεις που βάζεις στον εαυτό σου. Αλλά πρέπει να προσέχεις κιόλας μην στριμωχτούν πολλές μαζί και δεν χωρούν οι ωραίες ιδέες να περάσουν!

Μυρτώ: Εγώ σίγουρα δεν το ψειρίζω τόσο πολύ όσο παλιότερα. Έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στο ένστικτο μου, παίρνω πιο γρήγορα αποφάσεις και σκέφτομαι με ανακούφιση ότι πολλές φορές τα λάθη και οι γρήγορες αποφάσεις μπορεί να σε οδηγήσουν σε μονοπάτια πιο αυθόρμητης και δημιουργικής επικοινωνίας με τους άλλους. Το παιδί κάποιες φορές είναι ο φανταστικός αναγνώστης που φέρνω στο μυαλό μου όταν δουλεύω κάποια εικονογράφηση. Ή μπορεί να είναι και μια πρόκληση να μπορέσω να αποδώσω καλλιτεχνικά κάτι από την παιδική ματιά που είναι πάντα καινούρια.

Έχετε σκεφτεί ποτέ για ποιον λόγο τελικά γράφετε/εικονογραφείτε παιδικά βιβλία;

Αντώνης: Χιουμοριστική απάντηση με δόση αλήθειας: Γράφω γιατί δεν έχω μάθει ακόμη να εικονογραφώ όσο καλά θα ήθελα, όπως η Μυρτώ ας πούμε. Απολύτως ειλικρινής απάντηση: Γράφω παιδικά βιβλία, γιατί το παιδικό βιβλίο είναι ένα δημιουργικό πεδίο στο οποίο κυριαρχεί το χιούμορ, η πλάκα, το χρώμα, η φαντασία, το παιχνίδι, η ρίμα, η έκπληξη, η χαρά, η συγκίνηση, η ευθύνη, τα υλικά δηλαδή που μου αρέσει έτσι κι αλλιώς να χρησιμοποιώ και τα υλικά που απολαμβάνω να ανακαλύπτω και θαυμάζω σε δουλειές άλλων. Αλλά κυρίως για εκείνη τη μικρή πιθανότητα αυτό που φτιάχνεις να είναι τελικά κάτι περισσότερο, κάτι μεγαλύτερο από ένα βιβλίο. Έστω και για ένα παιδί. Και για κάτι ακόμη, γιατί το να κάνεις τις ανησυχίες σου για τον κόσμο, παιχνίδι και βιβλίο για τα παιδιά που θα πάρουν σύντομα την τύχη του στα χέρια τους, είναι ένα είδος ακτιβισμού που μου ταιριάζει και το έχω ανάγκη για να μην μένω θεατής.

Μυρτώ: Κάθε φορά που το σκέφτομαι βρίσκω διαφορετικές απαντήσεις. Σίγουρα με ενδιαφέρει πολύ η μικρή φόρμα του παιδικού βιβλίου και πιο πολύ μ’ ενδιαφέρει το “ανάποδο” που μπορεί να υπάρχει σε μια αφήγηση που απευθύνεται σε παιδιά. Μια παλαβή συνθήκη που μπορεί να ολοκληρώνεται από κάτι αστείο ή από κάτι αγαπητικό. Είναι πολύ απολαυστικό σύμπαν.

Αν είχατε την απόλυτη ελευθερία και ανεξάντλητο budget τι βιβλίο θα θέλατε να φτιάξετε;

Αντώνης: Εγώ θα ήθελα κάποτε να αναλάβει κάποιος τα έξοδα παραγωγής του βιβλίου: «Δεκάτομος εικονογραφημένη εγκυκλοπαίδεια με όλα εκείνα τα σημαντικά και ασήμαντα που είδε και γνώρισε ο Αντώνης Παπαθεοδούλου κάνοντας τον γύρο του κόσμου με ιστιοπλοϊκό και θέλησε να τα μοιραστεί με όλα τα παιδιά του πλανήτη». Όχι μόνο τα έξοδα εκτύπωσης. Της συνολικής παραγωγής εννοώ!

Μυρτώ: Ωραία ερώτηση που τη σκέφτομαι συχνά. Νομίζω κάποια στιγμή θα ήθελα να φτιάξω κάτι που όντως να έχω την άνεση να το δουλεύω, χωρίς άγχος, για πολύ καιρό. Και ίσως θα ήταν κάτι που θα απευθυνόταν και σε μεγάλους.

Previous
Επίσκεψη στο Μόναχο!
Next
Στην έκθεση ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ

Write first comment

Email again: